ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Ιστορική αναδρομή*

Πριν από την ίδρυση της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου

Η ίδρυση της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου το 1930 αποτελεί σταθμό για την αναβάθμιση της θεατρικής παιδείας στη χώρα μας. Η αναγκαιότητα μεθοδικής κατάρτισης των ηθοποιών, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές πρακτικές, είχε επανειλημμένα διατυπωθεί στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, καθώς οι περιπλανώμενοι ηθοποιοί του 19ου αιώνα ήταν στην πλειοψηφία τους αυτοδίδακτοι και η μοναδική δυνατή λύση για καλλιτεχνική εκπαίδευση περιοριζόταν στη μαθητεία σε σχολές του εξωτερικού. Διάσημοι ηθοποιοί όπως η Sarah Bernhardt ή ο Mounet Sully αποτελούσαν με το παίξιμό τους πρότυπα για τους Έλληνες συναδέλφους τους. Αντίστοιχα, ντόπιοι ηθοποιοί, όπως ο σαιξπηριστής Νικόλαος Λεκατσάς συνέβαλε με την αγγλική θεατρική του μόρφωση στην ανανέωση της υποκριτικής τέχνης.

Μέσα στις αντίξοες συνθήκες της εποχής σημειώνονται σποραδικές προσπάθειες για να καλυφθεί το σοβαρό εκπαιδευτικό κενό. Ένα αξιοσημείωτο βήμα συντελείται με τη λειτουργία δραματικής σχολής στο νεοϊδρυθέν Ωδείο Αθηνών το 1873, αν και θα προκύψουν ελλείψεις διδακτικού προσωπικού και οργανωτικά προβλήματα. Τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής σκηνής στην αυγή του 20ου αιώνα σηματοδοτεί η ταυτόχρονη ίδρυση δυο θεατρικών οργανισμών: του Βασιλικού Θεάτρου, πρώτου επίσημου επιχορηγούμενου θεατρικού φορέα, που δημιουργείται με πρωτοβουλία του βασιλιά Γεωργίου Α΄, και της Νέας Σκηνής του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, του πρώτου θεάτρου συνόλου, κατά τα πρότυπα των ευρωπαϊκών «ελεύθερων θεάτρων»· δυο σχήματα με στόχους αμιγώς καλλιτεχνικούς, που συνδέονται με την παρθενική εμφάνιση του σκηνοθέτη στα ελληνικά δρώμενα. Με τη δημιουργία του Βασιλικού Θεάτρου εκπληρώνεται έστω και προσωρινά το σταθερό, επί μισό αιώνα, αίτημα για τη συγκρότηση ενός εθνικού θεατρικού φορέα. Συγχρόνως, προσδοκίες για την εδραίωση της δραματικής εκπαίδευσης γέννησε η σύσταση της Βασιλικής Δραματικής Σχολής ως παράρτημα του Βασιλικού Θεάτρου, αλλά το φιλόδοξο πρόγραμμα σπουδών, που άρχισε να υλοποιείται τον Οκτώβριο του 1900, διακόπηκε αιφνιδιαστικά τον Ιανουάριο του επόμενου έτους. Οι περισσότεροι από τους σπουδαστές και τις σπουδάστριες θα συνεχίσουν την εκπαίδευση στην πράξη, συμμετέχοντας στις παραστάσεις της Νέας Σκηνής με δάσκαλο τον Χρηστομάνο, ο οποίος τους μυεί στο φυσικό εκφραστικό παίξιμο, που ο ίδιος γνώρισε στις πρωτεύουσες της θεατρικής πρωτοπορίας. Αντίστοιχα, ο Θωμάς Οικονόμου ως δάσκαλος υποκριτικής στη ολιγόζωη βασιλική σχολή και σκηνοθέτης στο Βασιλικό Θέατρο, και σε άλλα σχήματα στη συνέχεια, μεταλαμπάδευσε στους Έλληνες ηθοποιούς την εμπειρία του από τη θητεία του στον περίφημο θίασο του Δούκα του Σαξ-Μάινιγκεν.

Στη στασιμότητα που χαρακτήριζε την ελληνική σκηνή μετά τη βραχύβια λειτουργία των δυο παραπάνω οργανισμών αντέδρασε το 1924 το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών με την ίδρυση της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου. Πρόκειται για μια σοβαρή πρωτοβουλία, που απέβλεπε στην εκπαίδευση νέων ηθοποιών αλλά και στην επιμόρφωση ηθοποιών, μελών του ΣΕΗ, με μικρή επαγγελματική εμπειρία. Ο νέος εκπαιδευτικός οργανισμός που πλαισιώθηκε από αξιόλογο καθηγητικό προσωπικό, έτυχε ευνοϊκής αντιμετώπισης από τον «επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως» υπουργό Θεόδωρο Βελλιανίτη, ο οποίος αντιμετώπισε την Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου ως πρόδρομο της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και την ενίσχυσε με κρατική επιχορήγηση και παροχή στέγης. Ως το 1929, που ολοκλήρωσε τη δράση της, η Σχολή μέτρησε στο ενεργητικό της παραστάσεις εφαρμογής επαγγελματικού επιπέδου. Στη συνέχεια εγκρίθηκε από τον υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων Γεώργιο Παπανδρέου η συγχώνευσή της με την υπό ίδρυση Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.

*Βασική πηγή για την ιστορική αναδρομή αποτελεί η εμπεριστατωμένη μελέτη των: Λυδία Σαπουνάκη-Δρακάκη & Μαρία Λουίζα Τζόγια-Μοάτσου, Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2011.

Η έναρξη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου

Στις 15 Οκτωβρίου 1930 η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου σήκωσε την αυλαία της με απώτερο στόχο να αποτελέσει το φυτώριο των ηθοποιών που θα στελεχώσουν τις παραστάσεις του πρώτου θεάτρου της χώρας.

Πρώτος διευθυντής της διορίστηκε ο Θεόδωρος Συναδινός, υπό την ανώτατη εποπτεία του γενικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, Ιωάννη Γρυπάρη. Ιδρυτικό μέλος και διευθυντής της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου, ο Συναδινός αποτέλεσε τον συνδετικό κρίκο μεταξύ των δυο σχολών και στα δεκαέξι χρόνια της θητείας του στο τιμόνι της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου συνέβαλε στην εδραίωσή της.

Το πρώτο πρόγραμμα σπουδών περιελάμβανε τα μαθήματα: Yποκριτική, Γυμναστική-Χορό, Μουσική μόρφωση, Oρθοφωνία, Δραματολογία, Iστορία Θεάτρου, Νεοελληνική Λογοτεχνία, Γαλλικά, Διασκευή Προσώπου και Ξιφασκία.

Για να εγγραφούν στη Σχολή οι υποψήφιοι και οι υποψήφιες έπρεπε να περάσουν επιτυχώς τις εισαγωγικές εξετάσεις. Ειδικές κατατακτήριες εξετάσεις είχαν προβλεφθεί τον πρώτο καιρό για όσους προέρχονταν από την Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. Δεκτοί γίνονταν επίσης ακροατές.

Οι σπουδαστές και οι σπουδάστριες όφειλαν, όταν χρειαζόταν, να συμμετέχουν αμισθί στις παραστάσεις του Εθνικού ως βωβά πρόσωπα. Με το πέρας των σπουδών τους οι αριστούχοι προσλαμβάνονταν στο Εθνικό Θέατρο αλλά και οι υπόλοιποι απόφοιτοι ήταν υποχρεωμένοι να εργαστούν στη κρατική σκηνή αν προέκυπτε ανάγκη. Επίσης, προβλέπονταν υποτροφίες για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό. Από τα 80 άτομα που γράφτηκαν στη Σχολή την πρώτη τριετία, 41 ήταν γυναίκες.

Η Σχολή στεγάστηκε αρχικά σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο κτίριο του Τσίλερ επί της οδού Αγίου Κωνσταντίνου, έδρα παλαιότερα του Βασιλικού Θεάτρου και στη συνέχεια του Εθνικού Θεάτρου.

Φοίτηση

Η φοίτηση ήταν αρχικά διετής. Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου έγινε τριετούς φοίτησης τον Μάρτιο του 1938, επί μεταξικού καθεστώτος, στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης αναδιάρθρωσης του κρατικού εκπαιδευτικού οργανισμού από τον Κωστή Μπαστιά, γενικό διευθυντή Γραμμάτων και Τεχνών του υπουργείου Παιδείας και του Βασιλικού Θεάτρου (όπως είχε μετονομαστεί το Εθνικό μετά τη βασιλική παλινόρθωση).

Η Σχολή είχε κλείσει επ’ αόριστον μετά την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου και τα σχολικά έτη είχαν συρρικνωθεί, ενώ η μικρής διάρκειας φοίτηση πραγματοποιήθηκε χάρη στα δωρεάν μαθήματα που πρόσφεραν οι καθηγητές. Στην Απελευθέρωση, μετά τη Μάχη της Αθήνας, συμπτύχτηκαν οι διδακτικές ώρες και τα μαθήματα γίνονταν στα καμαρίνια, γιατί είχε καεί ο χώρος όπου στεγαζόταν η Σχολή.

Έκτοτε η Σχολή του Εθνικού Θεάτρου συνεχίζει απρόσκοπτα τη λειτουργία της, ακολουθώντας ένα εντατικό και υποχρεωτικό πρόγραμμα.

Η καταβολή διδάκτρων για την παρακολούθηση του προγράμματος ήταν υποχρεωτική κατά τις πρώτες δεκαετίες λειτουργίας της Σχολής. Στο κρίσιμο πάντα θέμα του βιοπορισμού των σπουδαστών ιδιαίτερη ευαισθησία είχε δείξει ο Αιμίλιος Βεάκης, προτείνοντας να προβλεφθεί κάποια αμοιβή για τη συμμετοχή των μαθητών στις παραστάσεις του Εθνικού. Την άνοιξη του 1945 είχαν, λόγω της ανέχειας, καταργηθεί προσωρινά τα δίδακτρα.

Η κατάργηση των διδάκτρων θεσμοθετήθηκε το 1964, την επομένη της καθιέρωσης της δωρεάν παιδείας, ύστερα από εισήγηση του αρχαιολόγου Γιάννη Μηλιάδη, μέλους του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου.

Συνέχειες & ρήξεις

Στη διαμόρφωση του υποκριτικού ύφους του Εθνικού Θεάτρου και της Δραματικής Σχολής του καθοριστικό ρόλο έπαιξε ο Φώτος Πολίτης, πρώτος σκηνοθέτης της κρατικής σκηνής, και κυρίως ο Δημήτρης Ροντήρης, που τον διαδέχτηκε. Βασικός σκηνοθέτης (1933-1942) και διευθυντής (1946-1950 και 1953-5) του πρώτου θεάτρου της χώρας, ο Ροντήρης άφησε το στίγμα του στην εκπαίδευση των ηθοποιών αν και δεν δίδαξε συστηματικά στη Σχολή, λόγω των ανειλημμένων σκηνοθετικών του υποχρεώσεων. Ηθοποιός αρχικά ο ίδιος, με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία, θεωρούσε πρωταρχικής σημασίας τη σωστή εκφορά του λόγου και τη χρήση του μέτρου και έριξε ιδιαίτερο βάρος στο μάθημα της ορθοφωνίας, επιμένοντας στις τεχνικές της αναπνοής, του τονισμού και της στίξης. Οι βασικές αρχές της διδασκαλίας του σφράγισαν τη σχολή του Εθνικού Θεάτρου, διαμορφώνοντας μια παράδοση που συνεχίστηκε για πολλές δεκαετίες, ενώ ταυτόχρονα εξελίχτηκε με ρεαλιστικά στοιχεία από όσους ηθοποιούς-δασκάλους αξιοποίησαν τη μέθοδό του δημιουργικά, χωρίς να επαναπαύονται στην στείρα επανάληψη ενός τρόπου παιξίματος «που σήμαινε σωστοί τονισμοί και παίξιμο απαγγελτικό και φορμαλιστικό*».

Στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της Σχολής σημαντικό ρόλο έπαιξαν, επίσης, τα θεωρητικά μαθήματα του Άγγελου Τερζάκη, που άρχισε να διδάσκει το 1946, συνεχίζοντας για μια περίπου εικοσιπενταετία.

Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου κατείχε ήδη από τα χρόνια της λειτουργίας της σημαντική θέση στην καλλιτεχνική εκπαίδευση. Είχε προσελκύσει ταλαντούχους νέους ανθρώπους με αφοσίωση στην ιδέα του θεάτρου, πολλοί από τους οποίους αξιοποίησαν τα εφόδια που απέκτησαν στη σχολή και συν τω χρόνω άρχισαν να παίζουν σημαντικό ρόλο στο θεατρικό γίγνεσθαι.

Από τη δεκαετία του ’40, τον αντίποδα της αισθητικής σχολής του Εθνικού Θεάτρου αποτέλεσε η Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης.

Μετά τους τριγμούς που προκάλεσαν ο Πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος στις αρχές της δεκαετίας του ’50 άρχισε η προσπάθεια ανάκαμψης της. Παράλληλα με τα μαθήματα, στις αρχές της δεκαετίας του ’50 καθιερώθηκε μια ετήσια πολυήμερη εκδρομή των σπουδαστριών με έξοδα του Εθνικού Θεάτρου, εκδρομή που θεωρήθηκε πολύ εποικοδομητική για την πρόοδο της σχολής και τη δημιουργία δεσμών μεταξύ των σπουδαστών και των καθηγητών. Επιπλέον, από τις αρχές του 1958 οι σπουδαστές και οι σπουδάστριες μπορούσαν να παρακολουθήσουν ομιλίες σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης, ελλήνων και ξένων, σε εκδηλώσεις που πραγματοποιούνταν στη μεγάλη αίθουσα της σχολής. Τους πρώτους τρεις μήνες του ακαδημαϊκού έτους 1962-63 διαλέξεις έδωσαν ο ενδυματολόγος Αντώνης Φωκάς, ο σκηνογράφος Κλεόβουλος Κλώνης και ο ζωγράφος και σκηνογράφος Γιάννης Τσαρούχης. Η δημιουργική διάθεση συνεχίστηκε, ενθαρρύνοντας τους μαθητές και τις μαθήτριες στη σύσταση επιτροπής για τη διοργάνωση καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Έγιναν επίσης προσπάθειες σύνδεσης με διακεκριμένες σχολές του εξωτερικού προκειμένου να αντληθεί γνώση και εμπειρία από το ευρωπαϊκό παράδειγμα.

Η ατμόσφαιρα άλλαξε με την επιβολή της στρατιωτικής δικτατορίας, κατά τη διάρκεια της οποίας το Εθνικό Θέατρο εντάχθηκε στον νεοσυσταθέντα Οργανισμό Κρατικών Θεάτρων Ελλάδος (ΟΚΘΕ) υπό την εποπτεία του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβερνήσεως. Παρά τα κακώς κείμενα διαφυλάχτηκε η πίστη σε ένα κοινό θεατρικό σκοπό, ενώ παράλληλα μεγάλος αριθμός σπουδαστών και σπουδαστριών ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση. Σε πείσμα των καιρών, απόφοιτοι των τριών τελευταίων χρόνων της σχολής δημιούργησαν το καλοκαίρι του 1970 το πρωτοποριακό «Ελεύθερο Θέατρο».

Μετά το τέλος της χούντας των συνταγματαρχών άρχισαν να γίνονται βήματα για τον εκσυγχρονισμό της σχολής, που επιταχύνθηκαν στο γύρισμα του αιώνα. Κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του Νίκου Κούρκουλου λειτούργησε η «Θερινή Ακαδημία» (2000-2009), που διηύθυνε η θεατρολόγος Ελένη Βαροπούλου.

Ριζική ανανέωση του διδακτικού προσωπικού της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, με γνώμονα την πολυφωνία, έγινε από τον διευθυντή σπουδών της Δραματικής Σχολής Βίκτωρα Αρδίττη (2007-2013), σκηνοθέτη-καθηγητή στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής θητείας του Γιάννη Χουβαρδά.

Το διδακτικό προσωπικό άλλαξε εκ νέου κατά τη σύντομη θητεία του φιλόλογου-θεατρικού κριτικού Κώστα Γεωργουσόπουλου ως διευθυντή Σπουδών. Με την ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης του Εθνικού Θεάτρου από τον Στάθη Λιβαθινό (2015-2019) και της παράλληλης τον πρώτο χρόνο διεύθυνσης σπουδών, δόθηκε έμφαση στις αρχές της ρωσικής υποκριτικής σχολής με αλλαγές στη σύνθεση των καθηγητών-καθηγητριών. Την ίδια κατεύθυνση ακολούθησε ως διευθύντρια σπουδών η φιλόλογος-μεταφράστρια Έλσα Ανδριανού (2016-2019). Στον Στάθη Λιβαθινό πιστώνεται επίσης η μετεγκατάσταση της Δραματικής Σχολής στο «Σχολείον της Αθήνας- Ειρήνη Παπά» και η δημιουργία του τμήματος Σκηνοθεσίας που άρχισε τη λειτουργία του το 2018.

Στο τιμόνι της διεύθυνσης σπουδών της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου βρίσκεται από το 2019 ως σήμερα η θεατρολόγος Δηώ Καγγελάρη, τ. επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ. Με μια πλειάδα καθηγητών από διαφορετικές καταβολές, η Σχολή προτάσσει την πολυπρισματικότητα, παρακολουθώντας τις ευρωπαϊκές εξελίξεις στην εκπαίδευση των ηθοποιών και των σκηνοθετών.

*Γιώργος Κοτανίδης, Όλοι μαζί, τώρα!, Καστανιώτης, Αθήνα 2011, σ. 69.

«Σχολείον» της Αθήνας

Η εγκατάσταση της Δραματικής Σχολής το φθινόπωρο του 2017 στο «Σχολείον της Αθήνας-Ειρήνη Παπά», (Λεωφ. Αθηνών-Πειραιώς 52) συνέβαλε σημαντικά στην αναβάθμιση των σπουδών. Ο χώρος των 7,5 στρεμμάτων βρίσκεται σε κομβικό σημείο καθώς περικλείεται από την οδό Πειραιώς, την οδό Βενιζέλου, τις γραμμές του ΗΣΑΠ και τον Κηφισό. Κηρύχτηκε διατηρητέο το 1997 στο πλαίσιο του φιλόδοξου προγράμματος μετατροπής (με ογδόντα οκτώ χαρακτηρισμούς μνημείων και διατηρητέων βιομηχανικών και άλλων κτιρίων) της οδού Πειραιώς σε πολιτιστικό άξονα. Η ανάπλαση των βιομηχανικών χώρων, που επί δεκαετίες χρησιμοποιήθηκαν ως αποθήκες δημοσίων φορέων, ολοκληρώθηκε με την επιμονή της ηθοποιού Ειρήνης Παππά και με τη συνδρομή της πολιτείας. Η χρηματοδότηση έγινε από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, αλλά και από την προσωπική περιουσία της ηθοποιού. Το 2014 σε συμφωνία με την Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου το ιστορικό βιομηχανικό κτίριο ΣΑΝΙΤΑΣ στην οδό Πειραιώς 52 («Σχολείον της Αθήνας» της ηθοποιού Ειρήνης Παππά), πέρασε στα χέρια του Εθνικού Θεάτρου, επί καλλιτεχνικής διεύθυνσης Σωτήρη Χατζάκη.

Η μετεγκατάσταση της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου έγινε κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής θητείας του Στάθη Λιβαθινού και πραγματοποιήθηκε με χορηγία του ιδρύματος Λάτση στη μνήμη του Νίκου Κούρκουλου. Το ίδρυμα χρηματοδότησε όλες τις αρχικές μελέτες και τις αναγκαίες εργασίες αποκατάστασης των κύριων χώρων.

Με την εγκατάσταση της Σχολής στο Σχολείον της Αθήνας-Ειρήνη Παππά δόθηκε λύση σε ένα χρόνιο στεγαστικό πρόβλημα και οριστικό τέλος στις συνεχείς μετακομίσεις. Η Δραματική Σχολή είχε στεγαστεί αρχικά σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο κτίριο της οδού Αγίου Κωνσταντίνου. Το 1931 οι εισαγωγικές εξετάσεις έγιναν, λόγω έλλειψης χώρου, σε κτίριο της οδού Μαυρομιχάλη 20α. Το 1935 η Σχολή μεταφέρθηκε σε κτίριο της οδού Στάικου 6, στη διασταύρωση με την οδό Καπλανών. Το 1940 μεταστεγάστηκε σε νεοκλασικό κτίριο κοντά στο Θέατρο, στην οδό Μενάνδρου 65 και Αγίου Κωνσταντίνου, όπου παρέμεινε ως το 1978, με εξαίρεση τα χρόνια 1945-1947, όταν μετά τα Δεκεμβριανά τα μαθήματα έγιναν προσωρινά στα καμαρίνια του Εθνικού Θεάτρου (καθώς ο χώρος της Σχολής είχε καταστραφεί) και στη συνέχεια στη στέγη της Λυρικής Σκηνής επί της οδού Μενάνδρου. Από το 1978 ως το 2018 η Σχολή στεγάστηκε σε ένα νεοκλασικό κτίριο της οδού Πειραιώς, ιδιοκτησίας του Δήμου Αθηναίων.

Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου στεγάζεται πλέον σε ένα υποδειγματικά αναπαλαιωμένο βιομηχανικό συγκρότημα, που διαθέτει ένα αμφιθέατρο 500 θέσεων και τρεις επιπλέον αίθουσες διδασκαλίας, βιβλιοθήκη, υπαίθριο θέατρο και προαύλιο χώρο με δέντρα.

Τμήμα Σκηνοθεσίας

Από το σπουδαστικό έτος 2018-2019 η Δραματική Σχολή απόκτησε, παράλληλα με το τμήμα Υποκριτικής, το τμήμα Σκηνοθεσίας με στόχο την επαγγελματική κατάρτιση και την καλλιτεχνική ευαισθητοποίηση των μελλοντικών σκηνοθετών. Πρόκειται για μία σημαντική κατάκτηση του Εθνικού Θεάτρου, που ικανοποίησε ένα αίτημα δεκαετιών, καθώς η απόφαση για δημιουργία τμήματος Σκηνοθεσίας είχε παρθεί ήδη από τη δεκαετία του 1950.

Το τμήμα Σκηνοθεσίας δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Στάθη Λιβαθινού, που θέλησε να μεταλαμπαδεύσει την εμπειρία του από το τμήμα σκηνοθεσίας του Κρατικού Ινστιτούτου Θεάτρου της Μόσχας. Οι πρώτοι δάσκαλοι της σχολής ήταν ο Στάθης Λιβαθινός και, ως επισκέπτης καθηγητής, ο Άγγλος σκηνοθέτης Αντριου Βισνιέφσκι, (καθηγητής της Royal Academy of Dramatic Art).

Μια πρώτη προσπάθεια υλοποίησης αυτής της ιδέας είχε γίνει από τον Στάθη Λιβαθινός με την οργάνωση ενός τριετούς Εργαστηρίου Σκηνοθεσίας (2001-2004) στο πλαίσιο του Εθνικού Θεάτρου.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του Βίκτωρα Αρδίττη ως διευθυντή της Δραματικής Σχολής του Εθνικού είχε γίνει πειραματικά το 2008 η εισαγωγή των μαθημάτων Σκηνοθεσίας και Ιστορίας Σκηνοθεσίας.

Διευθυντές Σπουδών της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου

Διευθυντές/Διευθύντριες Σπουδών διετέλεσαν οι: Θεόδωρος Συναδινός (1930-1946) Δημήτρης Ροντήρης (1946-1947), Κ. Καρθαίος (1948-1955), Άγγελος Τερζάκης (1956-1957 και 1961- 1962), Σωκράτης Καραντινός, (1957-1961 και 1968-1970), Θάνος Κωτσόπουλος (1962-1966), Στέλιος Βόκοβιτς (1966-1968), Βασίλειος Φράγκος (1970-1973), Αλέξης Διαμαντόπουλος (1973-1977), Νίκος Τζόγιας (1977-1982), Μήτσος Λυγίζος (1982-1984), Τάσος Λιγνάδης (1984-1989), Τάσος Ρούσσος (1989-2007), Βίκτωρ Αρδίττης (2007-2013), Κώστας Γεωργουσόπουλος (2013-2015), Στάθης Λιβαθινός (2015-2016), Έλσα Αδριανού (2016-2019), Δηώ Καγγελάρη (2019-σήμερα).

Γενική Βιβλιογραφία

Σαπουνάκη-Δρακάκη Λυδία & Τζόγια-Μοάτσου Μαρία Λουίζα, Η Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, ΜΙΕΤ, Αθήνα 2011.

Σπάθης Δημήτρης, «Το Θέατρο», στο: Ελλάδα, Ιστορία και Πολιτισμός, τμ. 10, Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη 1983.

Χατζηπανταζής Θόδωρος, Διάγραμμα ιστορίας του νεοελληνικού θεάτρου, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2014.